- μοναδικῶν
- μοναδικόςconsisting of abstract unitsfem gen plμοναδικόςconsisting of abstract unitsmasc/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Χίος — Νησί (841,58 τ. χλμ., 52.184 κάτ.) του Αιγαίου, που εκτείνεται παράλληλα προς τη μικρασιατική ακτή, στη χερσόνησο της Ερυθραίας, από την οποία χωρίζεται με δίαυλο πλάτους 7 χλμ. Πρωτεύουσα του νησιού είναι η ομώνυμη πόλη, η X. ή Χώρα όπως την… … Dictionary of Greek
μηλός — I Νησί (150,6 τ. χλμ., 4.771 κάτ.) του Αιγαίου πελάγους, το νοτιοδυτικότερο στο νησιωτικό σύμπλεγμα των Κυκλάδων. Πρωτεύουσα του νησιού είναι ο ομώνυμος οικισμός (υψόμ. 200 μ., 792 κάτ.). Διοικητικά το νησί αποτελεί δήμο του νομού Κυκλάδων. Νησί… … Dictionary of Greek
Βραζιλία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας Έκταση: 8.547.404 τ.χλμ Πληθυσμός: 174.468.575 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Μπραζίλια (2.043.169 κάτ. το 2000)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τη Γαλλική Γουιάνα (ΒΑ), το Σουρινάμ,… … Dictionary of Greek
Κράιτον, Ντέιβιντ Τζορτζ — (David George Crighton, Λαντάντνο, Ουαλία 1942 – Κέιμπριτζ 2000). Άγγλος μαθηματικός. Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση επέδειξε έφεση σε θεωρητικά μαθήματα, ωστόσο σπούδασε μαθηματικά στο κολέγιο St. John’s του Κέιμπριτζ και ξεκίνησε να διδάσκει στην … Dictionary of Greek
Ουφίτσι, Πινακοθήκη — (Galleria degli Uffizi). Πινακοθήκη στη Φλωρεντία, μία από τις μεγάλες συλλογές τέχνης του κόσμου. Στεγάζεται στο κτίριο που άρχισε να χτίζει, το 1560, με παραγγελία του δούκα Κόζιμο A’ Μέδικου, ο Αντόνιο Βαζάρι, το οποίο είναι ένα από τα… … Dictionary of Greek